2 Οκτωβρίου 2019
Ποιοι δηλώνονται ως Πραγματικοί Δικαιούχοι στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς
Σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4557/2018 (ΦΕΚ 139/Α/30.8.2018) και της υπουργικής απόφασης με αρ. 67343 ΕΞ 2019 (ΦΕΚ 2443/Β/2019), τα νομικά ημεδαπά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων και οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί, καθίστανται υπόχρεοι, τήρησης ειδικού Μητρώου και υπόχρεοι καταχώρησης στο Κεντρικό Μητρώο, μέσω taxisnet, των Πραγματικών Δικαιούχων του άρθρου 20 και 21 του ανωτέρω νόμου.
Το Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων εφαρμόζεται στην επιχειρηματική κοινότητα σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι μόνο. Στόχος του νέου νομικού πλαισίου ,είναι ο εντοπισμός νομιμοποίησης των εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), η χρηματοδότηση της τρομοκρατίας και το οργανωμένο έγκλημα . Προς αυτή τηn κατεύθυνση κινείται η Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας
Γενικά, και ίσως με μια πιο απλοποιημένη προσέγγιση, η ροή του παράνομου χρήματος προϋποθέτει τρεις βασικούς άξονες: α) έναν αποστολέα, β) έναν παραλήπτη και γ) μία ή/και περισσότερες διαδρομές χρήματος. Ανεξάρτητα με το αν κάποιες φορές, ο αποστολέας και ο παραλήπτης μπορεί να είναι ο ίδιος (πραγματικός δικαιούχος - beneficial owner), όταν κρίνεται αναγκαίο να αποκαλυφθεί η πραγματική τους ταυτότητα, απαιτείται η διερεύνηση του τρίτου άξονα, της διαδρομής. Και για να διερευνηθεί η διαδρομή απαιτείται ο καθορισμός μιας νέας διαδικασίας ελέγχου (διαδικασία δέουσας επιμέλειας) σε όλους όσους (υπόχρεα πρόσωπα) λαμβάνουν γνώση ή έχουν τη δυνατότητα να λάβουν γνώση για όλες τις ενδιάμεσες «στάσεις» μέχρι τον τελικό αποδέκτη/παραλήπτη. Αυτό πραγματεύεται ουσιαστικά με λίγα λόγια το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τα δυο είδη Μητρώων, δηλαδή του Ειδικού και του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων.
Στο ειδικό μητρώο που τηρείται στην έδρα των νομικών προσώπων ή/και νομικών οντοτήτων και συνεπώς των Αγροτικών Συνεταιρισμών καταχωρούνται πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους όπως:
- Ονοματεπώνυμο
- Ημερομηνία γέννησης
- Υπηκοότητα και τη χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων
- Είδος και έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν
- Κάθε συμπληρωματικό και αναγκαίο στοιχείο για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου.
Ειδικότερα με βάση το άρθρο 20 του Ν.4557/2018, οι μη εισηγμένες εταιρικές και άλλες οντότητεςπου έχουν έδρα στην Ελλάδα ή ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα που φορολογείται στην Ελλάδα υποχρεούνται να συλλέγουν και να φυλάσσουν σε ειδικό μητρώο που τηρούν στην έδρα τους, επαρκείς, ακριβείς και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους. Το ειδικό αυτό μητρώο τηρείται επαρκώς τεκμηριωμένο και επικαιροποιημένο με ευθύνη του νόμιμου εκπροσώπου ή ειδικώς εξουσιοδοτημένου προσώπου με απόφαση του αρμόδιου εταιρικού καταστατικού οργάνου, καταχωρίζεται στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, με τη χρήση των κωδικών εισαγωγής της ηλεκτρονικής πλατφόρμας taxisnet, μέσα σε εξήντα (60) ημέρες από την ημερομηνία σταδιακής έναρξης καταχώρισης ανά είδος εταιρικής οντότητας.
Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση 67343 ΕΞ 2019 η προθεσμία αρχικής καταχώρησης στο Κεντρικό Μητρώο για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς είναι από 30/9/2019 έως 1/11/2019.
Πραγματικός δικαιούχος σύμφωνα με το ν.4557 /2019 είναι το ή τα φυσικά πρόσωπα, στα οποία τελικά ανήκει ο πελάτης, νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή τα οποία ελέγχουν αυτόν, καθώς και το ή τα φυσικά πρόσωπα για λογαριασμό των οποίων διεξάγεται συναλλαγή ή δραστηριότητα. Ως «πραγματικός δικαιούχος» νοείται ιδίως:
Όσον αφορά τις εταιρείες πραγματικοί δικαιούχοι είναι:
Το ή τα φυσικά πρόσωπα στα οποία τελικά ανήκει η εταιρεία ή τα οποία ελέγχουν αυτή δια της κατοχής ή του ελέγχου αμέσως ή εμμέσως ικανού ποσοστού των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου ή άλλων ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων αυτής, μεταξύ άλλων και μέσω μετοχών στον κομιστή ή μέσω ελέγχου με άλλα μέσα.
Η κατοχή ποσοστού μετοχών άνω του 25% ή ιδιοκτησιακού δικαιώματος άνω του 25% μιας εταιρείας από φυσικό πρόσωπο αποτελεί ένδειξη άμεσου ελέγχου αυτής.
Επειδή πολλές φορές είναι ανέφικτος ο προσδιορισμός των Πραγματικών δικαιούχων σε μία νομική οντότητα ο νόμος προβλέπει ότι αν, και μόνο εφόσον εξαντληθούν όλα τα δυνατά μέσα και ελλείψει βάσιμων υποψιών, δεν προσδιοριστεί κανένα πρόσωπο ως πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με την περίπτωση ή αν υπάρχουν αμφιβολίες ως προς το ότι το πρόσωπο που προσδιορίστηκε είναι ο πραγματικός δικαιούχος, πραγματικός δικαιούχος είναι το ή τα φυσικά πρόσωπα που κατέχουν θέση ανώτατου διοικητικού στελέχους διευθύνοντος την εταιρεία. Τα υπόχρεα πρόσωπα τηρούν αρχεία των δράσεων που έχουν αναλάβει για να προσδιοριστεί ο πραγματικός δικαιούχος, σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Δεδομένου ότι οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί είναι νομικά πρόσωπα που δεν προσιδιάζουν με τις υπόλοιπες νομικές οντότητες και συνεπώς δημιουργείται σύγχυση για τον προσδιορισμό του πραγματικού δικαιούχου, σύμφωνα με την ΑΑΔΕ στους συνεταιρισμούς δηλώνονται ως πραγματικοί δικαιούχοι ο πρόεδρος, ο γραμματέας, ο ταμίας του ΔΣ, καθώς και τα φυσικά/νομικά πρόσωπα που κατέχουν ποσοστό μερίδων ίσο ή άνω του 25%.
Συνεπώς οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί θα πρέπει εκτός της τήρησης στην έδρα τους του ειδικού Μητρώου πραγματικών Δικαιούχων, να «εισέλθουν» με τους κωδικούς τους στο taxisnet και στο μενού «ΠΟΛΙΤΕΣ και ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ» και στο υπομενού «Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων» και να καταχωρήσουν τα απαιτούμενα στοιχεία, του Προέδρου, του Γραμματέα και του ταμία του συνεταιρισμού στο πεδίο «Δικαιούχοι», και στην ιδιότητα «φυσικό πρόσωπο».
Να σημειωθεί ότι με την καταχώρηση του ΑΦΜ του φυσικού προσώπου, αναδύονται αυτόματα τα περισσότερα στοιχεία που απαιτούνται για συμπλήρωση.
Η μη συμμόρφωση στις διατάξεις για τους πραγματικούς δικαιούχους συνεπάγεται τη δέσμευση χορήγησης αποδεικτικού έκδοσης φορολογικής ενημερότητας των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων. Περαιτέρω, σε περίπτωση παράβασης της υποχρέωσης τήρησης ειδικού μητρώου και εγγραφής στο Κεντρικό Μητρώο, με απόφαση της Αρχής επιβάλλεται σε βάρος των υπόχρεων νομικών προσώπων και οντοτήτων πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ και τίθεται προθεσμία για τη συμμόρφωσή τους. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή υποτροπής, το πρόστιμο διπλασιάζεται.