2 Φεβρουαρίου 2012
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Με μεγάλη έκπληξη το σύνολο του αμπελοοινικού κόσμου, πληροφορήθηκε τις προτάσεις του ΔΝΤ για την επιβολή Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στο κρασί.
Κατ’ αρχάς όπως έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα οι πολιτικές μείωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας που βασίζονται στην αύξηση της φορολογίας, προκαλούν αντίθετα αποτελέσματα εξαιτίας της μείωσης της κατανάλωσης και κατά συνέπεια της απώλειας μεγαλύτερων εσόδων από το Δημόσιο δεδομένης της μείωσης των πωλήσεων. Αν μη τι άλλο πρόκειται για μια ακόμη συνταγή επιτάχυνσης της ύφεσης, με μέτρα που επιδεινώνουν τους μακροοικονομικούς δείκτες και εγκλωβίζουν την οικονομία σ’ ένα φαύλο κύκλο.
Πέραν του ότι ήδη σε μια κατηγορία οινικών προϊόντων (άνω των 15% vol οινοπνεύματος) επιβάλλεται και στην Ελλάδα Ε.Φ.Κ., η συντριπτική πλειοψηφία των οινοπαραγωγών Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν επιβάλλει στους ήσυχους και αφρώδεις οίνους, το συγκεκριμένο φόρο.
Οι πωλήσεις οίνων στην Ελλάδα ήδη έχουν μειωθεί δραματικά εξαιτίας της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των καταναλωτών και σε ενδοεπιχειρησιακό επίπεδο, εξαιτίας της ανυπαρξίας ρευστότητας που συνέβαλε στην κατεύθυνση οι συναλλαγές να πραγματοποιούνται μόνον όταν διενεργείται άμεση πληρωμή (μετρητοίς).
Επιπλέον θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι ο οίνος αν και μεταποιημένο προϊόν, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, θεωρείται αυτούσιο αγροτικό προϊόν, του οποίου η παραγωγή συνδέεται με 200.000 οικογένειες αμπελουργών οι οποίοι εισκομίζουν τα σταφύλια τους στα ελληνικά οινοποιεία.
Ήδη στο φάσμα του πρωτογενούς τομέα και εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, όχι μόνο παρατηρείται το φαινόμενο της συρρίκνωσης του αμπελουργικού εισοδήματος λόγω της κατάρρευσης των τιμών σταφυλιών τα τελευταία χρόνια, αλλά σε πολλές περιοχές της Ελλάδας πολλοί αμπελουργοί δεν έχουν εισπράξει το αντίτιμο της εσοδείας δυο και τριών ετών. Κάθε συνεπώς πολιτική που θα επιβαρύνει το τελικό προϊόν θα πλήξει όχι μόνο τον καταναλωτή, αλλά κυρίως τον παραγωγικό ιστό του ελληνικού αμπελοοινικού τομέα.
Είναι βέβαιο ότι μια τέτοια εξέλιξη, θα επιδεινώσει περαιτέρω τη θέση των ελλήνων παραγωγών πλήττοντας άμεσα την ελληνική περιφέρεια με συνέπεια την είσοδο του κλάδου σε μακρά περίοδο ύφεσης και αποτέλεσμα την περαιτέρω συρρίκνωσή του. Το γεγονός αυτό είναι αντίθετο με τις πολιτικές που πρέπει να υιοθετήσει η χώρα μας, πολιτικές που αφορούν την αύξηση παραγωγής αγροτικών προϊόντων και όχι τη μείωσή τους.
Οι αρνητικές συνέπειες όμως επιβολής Ε.Φ.Κ. στους οίνους θα δημιουργήσουν αλυσιδωτές και δραματικές εξελίξεις στο ίδιο το προϊόν και στις επιχειρήσεις που το παράγουν αφού:
το ελληνικό κρασί δέχθηκε το 1992 ισχυρότατο πλήγμα από την μετάταξή του από το χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ (8%) στον κανονικό (18%) ενώ αντίστοιχα τα οινοπνευματώδη ποτά μετατάχθηκαν από τον υψηλό συντελεστή (36%) στον κανονικό (18%). Αποτέλεσμα της μεταβολής αυτής ήταν τα οινοπνευματώδη ποτά που είναι στην συντριπτική πλειοψηφία εισαγόμενα, να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που εκφράστηκε με την αύξηση της κατανάλωσής τους
ο κλάδος σύσσωμος με συντονισμένες ενέργειες σε συνεργασία με φορείς των οινοπαραγωγών της Ε.Ε. απέτρεψε τη λήψη παρόμοιας απόφασης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, απόφαση που υποκινούσε το λόμπι των οινοπνευματωδών ποτών εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των βορείων κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης
εξομοιώνεται ένα αγροτικό προϊόν που χαρακτηρίζεται ως τρόφιμο σε πολλές χώρες της Ε.Ε. με τα ανταγωνιστικά προς αυτό οινοπνευματώδη ποτά, με αποτέλεσμα το καταναλωτικό κοινό να στραφεί στα σχετικά φθηνότερα οινοπνευματώδη
ήδη το ευρωπαϊκό κρασί και κατά συνέπεια και το ελληνικό δέχεται μεγάλη επίθεση από την αντιαλκοολική εκστρατεία που έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκστρατεία σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει καμία διάκριση μεταξύ των οινοπνευματωδών ποτών και του οίνου.
ήδη γίνονται συντονισμένες προσπάθειες από τον κλάδο προκειμένου να διεισδύσει το ελληνικό κρασί στις αγορές του εξωτερικού, με σημαντικό κριτήριο όχι μόνο την ποιότητα του αλλά και τις ανταγωνιστικές του τιμές. Η αύξηση της τιμής των οίνων θα πλήξει ανεπανόρθωτα, τις εξαγωγές που σήμερα έχουν αυξητικές τάσεις σε σημαντικές αγορές (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Γερμανία, κλπ.), εξαγωγές που είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση της κρίσης
ο ανταγωνισμός από οίνους προέλευσης εκτός Ελλάδος έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στην ελληνική οινοπαραγωγή
θα επιβαρύνει τις οινοποιητικές επιχειρήσεις (συνεταιρισμούς και ιδιώτες) με υπερβάλλον διαχειριστικό κόστος, δημιουργώντας σε πολλές απ’ αυτές ακόμη και προβλήματα βιωσιμότητας
θα ενταθεί ο αθέμιτος ανταγωνισμός εντός του κλάδου, από τους οίνους που πωλούνται χωρίς επισήμανση και χωρίς παραστατικά, αφού στους οίνους αυτούς ουδέποτε θα επιβληθεί Ε.Φ.Κ.
Για όλους αυτούς τους λόγους, θεωρούμε ότι το ενδεχόμενο φορολόγησης του ελληνικού κρασιού θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά σε ένα κατ’ εξοχήν εξαγώγιμο προϊόν της ελληνικής αγροτικής οικονομίας, σε ένα παραδοσιακό παραγωγικό κλάδο και τις επιχειρήσεις του αλλά κυρίως στους ίδιους τους αμπελοκαλλιεργητές εξυπηρετώντας τελικά συμφέροντα εκτός της ελληνικής επικράτειας.
Παρόμοια επιστολή με το περιεχόμενο του Δελτίου Τύπου εστάλη χθες 1/12/2012 στους υπουργούς Οικονομικών Ευαγ. Βενιζέλο, Φ. Σαχινίδη και Κ. Σκανδαλίδη.