Βιλάνα |
|
Παλαιά, γηγενής ποικιλία του κρητικού αµπελώνα, άγνωστης προέλευσης, συµµετείχε στην παραγωγή του Μαλβαζία οίνου. Η ονοµασία της, που προέρχεται από το ιταλικό villano (τραχύς, σκληρός, χοντροκοµµένος), δόθηκε κατά µια εκδοχή από τους Βενετούς (Λογοθέτης 1975) και υπαινίσσεται είτε την ανθεκτικότητα και την προσαρµοστικότητα σε δυσµενείς συνθήκες είτε την υστέρηση των οίνων της ποικιλίας αυτής έναντι των άλλων ευγενών ποικιλιών του νησιού (Αθήρι, Θραψαθήρι, Λιάτικο κ.ά.). Συνιστάται για το αµπελουργικό διαµέρισµα της Κρήτης, όπου σήµερα καταλαµβάνει έκταση 10.000 στρ. περίπου. |
|